05 Απριλίου 2022

Η ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΡΓΟΥ ROBERT SCHUMANN


Ο Ρόμπερτ Αλεξάντερ Σούμαν, ένα απ' τα 5 παιδιά του Friedrich August Schumann, ενός εύπορου βιβλιοπώλη κι εκδότη, και της Johanna Christiane Schnabel, γεννήθηκε στις 8 Ιούνη του 1810 στη μικρή επαρχιακή πόλη του Τσβικάου, στη Βόρεια Γερμανία. Η παιδική ηλικία ήταν μια ευτυχισμένη εποχή για τον Ρόμπερτ, ο οποίος περνούσε πολλές ώρες απορροφημένος στα έργα κλασικής λογοτεχνίας που έβρισκε στο βιβλιοπωλείο του πατέρα του. Ονειρευόταν να γίνει κι ο ίδιος συγγραφέας κι η γόνιμη φαντασία του επινοούσε φανταστικούς χαρακτήρες, με τους οποίους συνομιλούσε όταν έμενε μόνος. Στην αρχή, η συνήθειά του αυτή θεωρήθηκε απλώς παιδική φαντασία, σύντομα όμως έγινε φανερό ότι ο Σούμαν τη χρησιμοποιούσε ως μια μορφή φυγής κάθε φορά που ένιωθε ένταση.

Το 1826 ήταν η χρονιά που τον γέμισε με αφόρητη θλίψη! Η πρώτη μεγάλη απογοήτευση ήρθε με το θάνατο του σημαντικού συνθέτη Καρλ Μαρία Φον Βέμπερ. Όντας 16χρονος ακόμα ο Σούμαν, είχε ήδη αρχίσει να ενδιαφέρεται σοβαρά για τη μουσική και προσδοκούσε να τη σπουδάσει με το μεγάλο δάσκαλο. Επρόκειτο όμως ν' ακολουθήσουν χειρότερα: αυτοκτόνησε η ανάπηρη αδελφή του Αιμιλία, και λίγο αργότερα (πάντα το 1826), πέθανε ο πατέρας του από κάποια αιτία, η οποία χαρακτηρίστηκε αινιγματικά ως "νευρική διαταραχή". Όπως θα φανεί και στο τέλος, ήταν μάλλον γραφτό, η ψυχική ανισορροπία που είχε ήδη εμφανιστεί σε προηγούμενες γενιές, να σκιάσει την ενήλικη ζωή του Σούμαν.

Ο Σούμαν έφυγε απ' τη γενέτειρά του το 1828 για να σπουδάσει νομικά στο πανεπιστήμιο της Λειψίας. Σύντομα όμως άρχισε να παραμελεί τις σπουδές του και να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις απολαύσεις της ζωής. Σκοπεύοντας, ωστόσο, να μην παραμελήσει και τις καλλιτεχνικές σπουδές του, το 1828 απέκτησε καινούργιο δάσκαλο στο πιάνο, τον (43χρονο τότε) Φρίντριχ Βικ.

Ο Σούμαν πέρασε το 1831 σ' ένα παράδεισο μουσικής σπουδής, σύνθεσης και συγγραφής, επινοώντας φανταστικά ονόματα χαρακτήρων για τους φίλους του και τον εαυτό του. Ο «Φλορεστάν» αντιπροσώπευε την ενθουσιώδη, θερμοκέφαλη πλευρά της φύσης του, ενώ ο «Ευσέβιος» έμοιαζε περισσότερο με τον εσώτερο, ευαίσθητο εαυτό του. Ήταν το πρώτο σημάδι ότι ο Σούμαν έβλεπε τον εαυτό του σα δύο ξεχωριστά πρόσωπα. Στο μεταξύ, απογοητευμένος απ' το μουσικό επίπεδο της Λειψίας, δημιούργησε μια λέσχη νέων ανθρώπων με κοινές ιδέες, με στόχο την προώθηση ανερχόμενων μουσικών. Ανάμεσά τους ήταν κι ο ιδιοφυής Πολωνός Σοπέν για τον οποίο έγραψε μια ενθουσιώδη κριτική. Ίδρυσε επίσης ένα μουσικό περιοδικό, το Neue Zeitschrift Fur Musik (Νέα Μουσική Επιθεώρηση), στο οποίο έγραφε χρησιμοποιώντας τα δύο ψευδώνυμά του. Τα ονόματα Φλορεστάν και Ευσέβιος έδωσε, άλλωστε, και σε δύο μέρη του περίφημου πιανιστικού του έργου Καρναβάλι που έγραψε το 1834 - 5.

Το 1832 η μοίρα τον χτύπησε για άλλη μια φορά. Μια συσκευή δικής του επινόησης που χρησιμοποίησε για να δυναμώσει το μικρό δάχτυλο του δεξιού του χεριού, του προξένησε ανεπανόρθωτη βλάβη (μια κάποιας μορφής παράλυση). Η ατυχία αυτή του άλλαξε τα σχέδια, κι ενώ αρχικά ο φιλόδοξος μουσικός ήθελε να γίνει ένας ανεξάρτητος και βιρτουόζος πιανίστας, απελπισμένος, μετά, στράφηκε στη σύνθεση. Το 1835 ο Σούμαν ερωτεύτηκε την 16χρονη κόρη του μουσικού του δασκάλου. Η Κλάρα Βικ ήταν ένα παιδί θαύμα, μια ταλαντούχος πιανίστρια που έδινε κοντσέρτα σ' ολόκληρη τη χώρα. Τα σχέδια όμως του πατέρα της για τη σταδιοδρομία της, δεν περιελάμβαναν έναν ασταθή 25χρονο αμφίβολου χαρακτήρα. Παρόλο που απαγόρευσε στους ερωτευμένους να βλέπονται, εκείνοι αδιαφόρησαν και συνέχισαν να συναντιούνται κρυφά. Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια, οι ερωτευμένοι κέρδισαν τη δίκη και παντρεύτηκαν το 1840.

Ωστόσο, τα πέντε χρόνια που πέρασαν μέχρι να γίνει ο γάμος, κλόνισαν κι άλλο την ψυχική του υγεία. Το 1836, άλλωστε, επεφύλλασσε γι' αυτόν άλλο ένα πολύ δυσάρεστο γεγονός. Πέθανε η μητέρα του! Παρόλ' αυτά, στις συνθέσεις του, δύσκολα διακρίνεται η ψυχική οδύνη που σκίαζε τη ζωή του. Πάντως, πέρα απ' τη συμβίωση των δύο νέων, η πετυχημένη συνεργασία τους στο χώρο της μουσικής είχε σαν αποτέλεσμα να γίνουν ένα διάσημο ζευγάρι στην Ευρώπη, εκείνος ως συνθέτης κι εκείνη ως πιανίστρια. Πραγματικά, τα χρόνια ως το 1845 ήταν τα πιο παραγωγικά. Όμως ο φόρτος εργασίας ήταν εξουθενωτικός. Μια επιτυχημένη περιοδεία στη Ρωσία το 1844, οδήγησε το Σούμαν στην κατάρρευση, την οποία διαδέχτηκε μια σοβαρή κρίση κατάθλιψης. Του συνέστησαν άμεση αλλαγή παραστάσεων κι η οικογένεια μετακόμισε στη Δρέσδη. Μολονότι η υγεία του παρουσίασε βελτίωση, δεν αποκαταστάθηκε ποτέ πλήρως (υπέφερε συχνά από ιλίγγους, τρέμουλα, αϋπνίες κι ακουστικές παραισθήσεις). Όπως και να 'χει, η παρουσία της Κλάρα δίπλα του αποδείχτηκε ανεκτίμητη!

Το 1853 γνώρισε τον 23 χρόνια μικρότερό του (20χρονο τότε) Μπραμς. Αφού μελέτησε ορισμένες απ' τις συνθέσεις του Μπραμς, εξήγγειλε τη γέννηση μιας μεγαλοφυΐας! Οι δύο κλασικοί συνδέθηκαν και φιλικά.

Η μοίρα όμως του στέρησε ξανά την ευτυχία, μάλιστα, μέσα απ' την ίδια τη βασανισμένη ψυχή του! Τον χτύπησε η κληρονομικότητα! Αυτή τη φορά η ψυχική νόσος τού έκανε βέβαιη την παρουσία της! Ο μεγάλος μουσικός έχασε το λογικό του! Έτσι, με σαλεμένο το μυαλό, το 1854 αποπειράθηκε ν' αυτοκτονήσει στα νερά του Ρήνου! Σώθηκε και κλείστηκε με τη συγκατάθεσή του σ' ένα άσυλο φρενοβλαβών στο Έντενιχ, έξω απ' τη Βόννη. Η Κλάρα επικοινωνούσε μαζί του μόνο με αλληλογραφία, διότι της είχε απαγορευτεί να τον επισκέπτεται. Πέθανε στο άσυλο στις 29 Ιούλη του 1856 χωρίς ποτέ να ξαναβρεί τα λογικά του... Απ' το γάμο του με την Κλάρα, είχε 8 παιδιά (αρκετά απ' τα οποία πέθαναν - τι θλιβερό! - πριν απ' τους γονείς τους!)...

Κι αν όλα όσα προηγήθηκαν ήταν συνταρακτικά, για το τέλος υπάρχει κάτι εξίσου συγκλονιστικό, κάτι που ο ίδιος ο Σούμαν είχε γράψει στην αυτοβιογραφία του :«Το 1831 ήμουν συφιλιδικός...»