23 Νοεμβρίου 2019

Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΟΥΝΤΑ

Ο Γιώργος Φούντας γεννήθηκε στις 3 Ιούνη του 1924 στο Μαυρολιθάρι Φωκίδας. Παιδί ακόμη ήρθε στην πρωτεύουσα, μαζί με την πολυμελή οικογένειά του. Εγκαταστάθηκαν στη Ριζούπολη, στα όρια με τη Νέα Φιλαδέλφεια. Τελειώνοντας το Δημοτικό άρχισε να δουλεύει στο γαλατάδικο του πατέρα του στο Ψυρρή. Φοιτά σε νυχτερινό σχολείο και παίζει ποδόσφαιρο (στην ΑΕΚ) και μποξ. Ο κινηματογράφος όμως τον μαγεύει! Θα λάβει μέρος στα δοκιμαστικά της ταινίας «Χειροκροτήματα» (1943) που γύρισε ο Γιώργος Τζαβέλλας και θα πάρει ένα μικρό ρόλο. Θα μπει στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δάσκαλο τον Αιμίλιο Βεάκη και θα κάνει την πρώτη του θεατρική εμφάνιση στο θέατρο «Περοκέ», στο έργο «Νυφιάτικο Τραγούδι» του Νότη Περγιάλη, ενώ στη συνέχεια θα συνεργαστεί στο θίασο της Κυρίας Κατερίνας. Από κεί θα τον τσιμπήσει ο Φρίξος Ηλιάδης και θα του δώσει ένα καλό ρόλο στην ταινία του «Νεκρή Πολιτεία», ένα εξαιρετικό δράμα, που προβλήθηκε και στο Φεστιβάλ των Κανών (η πρώτη ελληνική ταινία που συμμετείχε στο κορυφαίο ευρωπαϊκό φεστιβάλ) κι άνοιξε το δρόμο στην πρωταγωνίστρια Ειρήνη Παππά.

Το 1952 ο Γιώργος Φούντας θα πρωταγωνιστήσει στο νεορεαλιστικό δράμα του μαρξιστή Στέλιου Τατασόπουλου «Μαύρη Γη» στο ρόλο ενός σμυριδωρύχου, που δεν μπορούσε να παντρευτεί το κορίτσι που αγαπούσε εξαιτίας της φτώχειας του. Όπως είχε πει κάποια στιγμή ο Τατασόπουλος «ήταν η προσωποποίηση του ρωμαίικου φιλότιμου αυτός ο ηθοποιός. Το λαϊκό παλικάρι που μπορούσε να είναι καλόκαρδο κι εξαιρετικά άγριο ταυτόχρονα». Το 1954 θα πρωταγωνιστήσει στη «Μαγική Πόλη» του Νίκου Κούνδουρου, ένα συμπαθές δράμα που μιλούσε για την απόγνωση των απόκληρων ενός τενεκεδομαχαλά και του έδωσε άλλη αξία ο Γιώργος Φούντας.

Έχοντας αποκτήσει την αναγνώριση κι έχοντας κατακτήσει την αγάπη του κοινού, ο Μιχάλης Κακογιάννης επιλέγει τον Γιώργο Φούντα για να παίξει δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη στην κλασική «Στέλλα», μια ταινία που θα σημαδέψει και τους δυο πρωταγωνιστές. Ήταν το 1955 όταν η Ελλάδα, πληγωμένη απ' τον πόλεμο, την κατοχή κι ίσως περισσότερο απ' τον εμφύλιο, περνούσε ακόμη πολύ δύσκολες στιγμές. Η υπόθεση της ταινίας (σενάριο Ιάκωβος Καμπανέλλης) θα διχάσει την ελληνική κριτική και θα βρεθεί στο στόχαστρο της Αριστεράς. Ηρωίδα της ιστορίας είναι ένα ελεύθερο πνεύμα, η Στέλλα, μια λαϊκή τραγουδίστρια, που έχει σχέση με ένα γόνο πλούσιας οικογένειας, αλλά θα τον αφήσει υποκύπτοντας στο πάθος και την άγρια γοητεία του Μίλτου, ενός ποδοσφαιριστή που τον λατρεύει ο κόσμος. Είναι έτοιμη να τον ακολουθήσει και στο θάνατο αλλά όχι στις συμβάσεις που απαιτεί ο κοινωνικός περίγυρος. Η σχέση τους θα έχει το πιο άσχημο τέλος, το θάνατό της, καθώς ο Μίλτος της λέει «Φύγε Στέλλα, κρατάω μαχαίρι» κι εκείνη πέφτει πάνω στο μαχαίρι. Ιδιαιτέρως καλογυρισμένη ταινία, πετυχημένη αποτύπωση της εποχής κι υπέροχα σκηνικά απ' το Γιάννη Τσαρούχη, ωραία λαϊκά τραγούδια απ' τον Μάνο Χατζιδάκη. Η ταινία, πάντως, διακρίθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας το 1956, ήταν το φαβορί για το Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες, όπως κι η Μελίνα για το βραβείο καλύτερης ηθοποιού, τα οποία όμως πήγαν αλλού, ενώ αποτέλεσε και την επίσημη ελληνική υποβολή για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

Το 1956, ο Γιώργος Φούντας θα συμμετάσχει στο αξιομνημόνευτο φιλμ του Βασίλη Γεωργιάδη «Οι Άσοι Των Γηπέδων» και στο «Κορίτσι Με Τα Μαύρα» και πάλι του Κακογιάννη, ενώ το 1960 θα συναντηθεί και πάλι με τη Μελίνα στο «Ποτέ Την Κυριακή» του Ζιλ Ντασέν, μια ακόμη επιτυχία του πρωταγωνιστικού ζευγαριού, αλλά και του Χατζιδάκη, που θα κερδίσει το Όσκαρ μουσικής. Ο Γιώργος Φούντας, έχοντας στο ενεργητικό του και τη «Στέλλα», θ' αρχίσει να δέχεται προτάσεις απ' το εξωτερικό. Μάλιστα, θα του προτείνουν και το ρόλο του Τζέιμς Μποντ, όταν οι παραγωγοί δοκίμαζαν ηθοποιούς, μετά την αποχώρηση του Σον Κόνερι. Θα φτάσει πολύ κοντά στο να είναι ο νέος 007, αλλά τα αγγλικά στάθηκαν εμπόδιο, καθώς είπε στους παραγωγούς ότι δεν θα προλάβαινε να τα μάθει μέσα σε λίγους μήνες.

Το 1963 θα είναι μία ξεχωριστή χρονιά για το Γιώργο Φούντα. Θα πρωταγωνιστήσει στα «Κόκκινα Φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη, ένα δυνατό κοινωνικό δράμα που μιλά για τον κόσμο της Τρούμπας, μια ταινία που θα φτάσει μια ανάσα απ' το Όσκαρ της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, αλλά θα χάσει εύλογα απ' το αριστουργηματικό «Οκτώμισι» του Φελίνι. Και μπορεί ο Γιώργος Φούντας να χάνει ακόμη μία διάκριση, αλλά κερδίζει την καρδιά της πανέμορφης λυγερόκορμης χορεύτριας και μόνιμης παρτενέρ του Μανόλη Καστρινού, Χρυσούλας Ζώκα. Ο κεραυνοβόλος έρωτάς τους θα τους στείλει στην εκκλησία και στο δεύτερο γάμο του ηθοποιού. Μαζί θα αποκτήσουν έναν γιο, ενώ προηγουμένως είχε ακόμη δυο παιδιά απ' τον πρώτο του γάμο.

Το 1964 θα παίξει ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο στον «Αλέξη Ζορμπά» του Κακογιάννη, ενώ θα πρωταγωνιστήσει και στον «Κράχτη». Τον επόμενο χρόνο, ο Γιώργος Φούντας θα παίξει στην ενδιαφέρουσα ταινία για την κατοχή «Με Τη Λάμψη Στα Μάτια», επίσης στον «Ψαρόγιαννο» και στην κοινωνική περιπέτεια «Πυρετός Στην Άσφαλτο» δυο ταινίες που θα του χαρίσουν και τα βραβεία ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Με την πτώση του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, ο Γιώργος Φούντας θ' αραιώσει τις εμφανίσεις του, ενώ μπήκε και στη μικρή οθόνη μέσα από μετρημένες στα δάκτυλα επιλογές. Έξοχος στο «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» και στον «Αργαλειό Του Φεγγαριού». Με τη σεμνότητα που τον διέκρινε,  σιγά σιγά θ' αποσυρθεί και θ' αφιερωθεί στην οικογένειά του, τους φίλους του, τους απλούς ανθρώπους. Εκεί που ανήκε πάντα...

Η φωτογραφία είναι απ' την ταινία «Πυρετός Στην Άσφαλτο»...

Πηγή iefimerida.gr/stories